Αγγελιοφόρος 18/03/2007
Υψηλό βαθμό τρωτότητας, δηλαδή κίνδυνο να υποστούν μεγάλες ζημιές σε περίπτωση ισχυρού σεισμού, παρουσιάζουν μια σειρά από κτίρια στη Θεσσαλονίκη. Oι «κόκκινες» περιοχές, έτσι όπως καταγράφονται στη Μελέτη Τρωτότητας του εργαστηρίου Εδαφομηχανικής, Θεμελιώσεων και Γεωτεχνικής Σεισμικής Μηχανικής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ, είναι στο βορειοδυτικό τόξο του πολεοδομικού συγκροτήματος (Αμπελόκηποι, Σταυρούπολη, Πολίχνη), σε ένα τμήμα του κέντρου (κυρίως πάνω από την Εγνατία), αλλά και στην ανατολική πλευρά (Πυλαία). Στο μικροσκόπιο των επιστημόνων που πραγματοποιούν τη μελέτη, με επικεφαλής τον καθηγητή Κυριαζή Πιτιλάκη, μπήκαν κτίρια, δίκτυα οργανισμών κοινής ωφέλειας (ύδρευσης, αποχέτευσης, φυσικού αερίου, τηλεπικοινωνιών και ηλεκτρικής ενέργειας) και το συγκοινωνιακό δίκτυο.
«Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι πρόκειται για ένα τιτάνιο έργο. Η Θεσσαλονίκη βρίσκεται σήμερα στην πρωτοπορία παγκοσμίως σε ό,τι αφορά τη γνώση του τρόπου με τον οποίο θα αποκριθούν το έδαφός της και οι πάσης φύσεως κατασκευές της σε μελλοντικούς σεισμούς. Βρίσκεται επίσης στην πρωτοπορία σε ό,τι αφορά τη σχετική τεχνογνωσία και το εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό», σημειώνει ο επικεφαλής της έρευνας, καθηγητής Κυριαζής Πιτιλάκης.
Τα κτίρια
«Τα δημόσια κτίρια που ελέγχθηκαν είναι αυτά που συμμετέχουν στη διαχείριση της σεισμικής κρίσης (π.χ. νομαρχία, υπουργείο Μακεδονίας - Θράκης, δημαρχεία, πολεοδομικά γραφεία, αστυνομικοί σταθμοί, νοσοκομειακά συγκροτήματα κ.λπ.). Με βάση τα αποτελέσματα της Μικροζωνικής Μελέτης και την τυπολογία των κτιρίων, βαθμονομήθηκε η τρωτότητά τους για τα διάφορα σεισμικά σενάρια. Oρισμένα από τα κτίρια παρουσιάζουν πράγματι υψηλό βαθμό τρωτότητας, η αλλιώς υψηλό κίνδυνο να παρουσιάσουν μεγάλες ζημιές σε ένα πιθανό σεισμικό σενάριο», επισημαίνει ο καθηγητής κι επικεφαλής του εργαστηρίου που πραγματοποίησε την έρευνα, Κυριαζής Πιτιλάκης, και προσθέτει: «Βρισκόμαστε στην τελική φάση αξιολόγησης. Κάντε λίγη υπομονή και πολύ σύντομα οι πολίτες της Θεσσαλονίκης κι όλοι οι ενδιαφερόμενοι θα γνωρίζουν με λεπτομέρεια ποια δημόσια κτίρια κινδυνεύουν περισσότερο».
Στο αγωνιώδες ερώτημα για το πώς θα συμπεριφερθούν τα καταπονημένα από το σεισμό του 1978 κτίρια ο κ. Πιτιλάκης απαντά: «Για όσα κτίρια είχαν χαρακτηριστεί �κίτρινα� ή �κόκκινα� έγιναν διάφορες στερεωτικές κι ενισχυτικές επεμβάσεις. Το πόσο πετυχημένες ήταν οι επεμβάσεις αυτές είναι ένα σύνθετο και δύσκολο θέμα. Ακόμη δυσκολότερη είναι η απάντηση στο κατά πόσο τα κτίρια αυτά διαθέτουν σήμερα, 30 χρόνια μετά το σεισμό, ικανή αντοχή να αντεπεξέλθουν σε ένα νέο, πιθανότατα ισχυρότερης έντασης. Εμείς, από τη μεριά μας, κάνουμε κάποιες λογικές εκτιμήσεις της διαθέσιμης αντοχής κι επιπλέον διαμορφώνουμε διάφορα σενάρια της αναμενόμενης βελτίωσης της συμπεριφοράς, αν σήμερα γίνουν κάποιες νέες επεμβάσεις στο φέροντα οργανισμό σύμφωνα με το νέο αντισεισμικό κανονισμό (ΕΑΚ). Η αποτελεσματικότητα και το κόστος των επεμβάσεων αυτών μπορούν να συνεκτιμηθούν από την Πολιτεία και τους ιδιώτες προκειμένου να αναληφθούν οι ανάλογες προσεισμικές δράσεις. Σημειωτέον ότι το άμεσο και έμμεσο οικονομικό κόστος, δηλαδή το κόστος επισκευής και το κόστος απώλειας της χρηστικότητας για ένα χρονικό διάστημα, είναι σε κάθε περίπτωση υψηλό».
Ερευνα και σενάρια
Το ερευνητικό πρόγραμμα στο οποίο στηρίζεται η Μελέτη Τρωτότητας του εργαστηρίου Εδαφομηχανικής, Θεμελιώσεων και Γεωτεχνικής Σεισμικής Μηχανικής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ, χρηματοδοτείται από τη Γενική Γραμματεία Ερευνας και Τεχνολογίας του υπουργείου Ανάπτυξης στο πλαίσιο του προγράμματος ΕΠΑΝ.
Η εκτίμηση των αναμενόμενων βλαβών και απωλειών έγινε για τρία σεισμικά σενάρια, δηλαδή για ένα σχετικά μικρό σεισμό με μέση περίοδο επανάληψης 50 χρόνων, για ένα σεισμό με περίοδο επανάληψης 500 χρόνων, που είναι το βασικό σενάριο κι επιβάλλεται από τον αντισεισμικό κανονισμό, και ένα ακραίο σενάριο ενός πολύ ισχυρού σεισμού με περίοδο επανάληψης 1.000 χρόνων. Για τα σεισμικά αυτά σενάρια εκπονήθηκε μια ολοκληρωμένη Μικροζωνική Μελέτη για ολόκληρο το πολεοδομικό συγκρότημα. Βάση για την υλοποίηση της Μικροζωνικής Μελέτης αποτέλεσε η εκπόνηση του γεωτεχνικού χάρτη της πόλης, που έχει πολλαπλή χρησιμότητα για την ανάπτυξή της πέρα από τα όρια της συγκεκριμένης έρευνας και μεγάλη χρησιμότητα στα μεγάλα έργα που προγραμματίζονται και κατασκευάζονται.
Στο πρόγραμμα συμμετέχουν από το Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών το Εργαστήριο Εδαφομηχανικής, Θεμελιώσεων και Γεωτεχνικής Σεισμικής Μηχανικής που έχει και το κύριο βάρος της μελέτης, καθώς και το γενικό συντονισμό, το Εργαστήριο Oπλισμένου Σκυροδέματος και Τοιχοποιίας με υπεύθυνο τον καθηγητή Κ. Στυλιανίδη και το Εργαστήριο Συγκοινωνιακής Τεχνικής με υπεύθυνη την καθηγήτρια Μ. Πιτσιάβα. Από το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών συμμετέχει το Εργαστήριο Πολεοδομίας με υπεύθυνο τον καθηγητή Α. Αναστασιάδη, από το Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Ηλεκτρονικών Υπολογιστών το Εργαστήριο Τηλεπικοινωνιών με υπεύθυνο τον αναπληρωτή καθηγητή Θ. Ξένο και από το Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών το Εργαστήριο Μετάδοσης Θερμότητας με υπεύθυνο τον καθηγητή Ν. Μουσιόπουλο. Συμμετέχει ακόμη το Τμήμα Γεωλογίας με υπεύθυνο τον καθηγητή Σ. Παυλίδη, το ΙΤΣΑΚ και πολλοί εκπρόσωποι φορέων της πόλης (οργανισμοί κοινής ωφέλειας, δήμοι, το υπουργείο, η περιφέρεια, ιδιωτικές εταιρίες κ.ά.).
Σε κίνδυνο τα δίκτυα ΕΥΑΘ και φυσικού αερίου
Σε επίπεδο δικτύων βασικό στοιχείο και πρωτοτυπία της μεθόδου που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο της Μελέτης Τρωτότητας που διενεργεί το εργαστήριο Εδαφομηχανικής, Θεμελιώσεων και Γεωτεχνικής Σεισμικής Μηχανικής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ, είναι η ιεράρχηση της σπουδαιότητας των βλαβών και όχι μόνον η εκτίμηση του μεγέθους της έκτασης και της χωρικής τους κατανομής στο πολεοδομικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης.
Δηλαδή, οι αναμενόμενες βλάβες ιεραρχούνται ανάλογα με τη σοβαρότητά τους αλλά ταυτόχρονα και με τη σπουδαιότητα της περιοχής όπου έχουν συμβεί, όπως επίσης και τη λειτουργικότητα του συγκεκριμένου τμήματος του δικτύου. Για παράδειγμα, η αστοχία του κεντρικού αγωγού ύδρευσης που υδροδοτεί ένα μεγάλο νοσοκομείο είναι μεγαλύτερης σπουδαιότητας από την αντίστοιχη αστοχία σε μια περιοχή που είναι πολύ αραιοκατοικημένη και δεν υπάρχουν σημαντικές οικονομικές δραστηριότητες.
Τα δίκτυα και οι υποδομές που μελετήθηκαν είναι τα δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης, φυσικού αερίου, τηλεπικοινωνιών και ηλεκτρικής ενέργειας. Στα δίκτυα αυτά εξετάζονται και οι αντίστοιχες κτιριακές ή άλλου τύπου κατασκευές τους (λόγου χάρη δεξαμενές). Είναι ακόμη το συγκοινωνιακό δίκτυο (οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο, λιμάνι και αεροδρόμιο), τα νοσοκομειακά συγκροτήματα και το δίκτυο πυρόσβεσης.
Για την εκτίμηση των βλαβών και των απωλειών χρησιμοποιήθηκε η πλέον σύγχρονη τεχνογνωσία και το σύνολο της προϋπάρχουσας γνώσης στη Θεσσαλονίκη. Oλο το πρόγραμμα αναπτύχθηκε σε περιβάλλον GIS (γεωγραφικού συστήματος πληροφοριών), με συνδυασμένες βάσεις πληροφοριών για πλήθος πληροφορίες που αφορούν τα δίκτυα, καθώς και αποτελέσματα μελετών.
Σε ό,τι αφορά τις περιοχές που θα έχουν τις μεγαλύτερες ζημιές σε περίπτωση σεισμού, ο καθηγητής της Πολυτεχνικής Σχολής επισημαίνει ότι οι ζημιές στα διάφορα δίκτυα και τις διάφορες υποδομές (π.χ. γέφυρες) δεν παρουσιάζονται όλες στις ίδιες περιοχές.
Oπως εξηγεί, «ανάλογα με το είδος και την τυπολογία του δικτύου και ανάλογα με τις σεισμικές παραμέτρους από τις οποίες εξαρτάται η τρωτότητά τους, οι ζημιές συγκεντρώνονται σε διαφορετικές περιοχές. Η μελέτη θα καταλήξει σε συγκροτημένους χάρτες που θα δίνουν αφενός μεν τα χαρακτηριστικά της χωρικής κατανομής της εδαφικής ταλάντωσης και της μόνιμης παραμόρφωσης (καθίζησης) του εδάφους, αφετέρου τη χωρική κατανομή και το μέγεθος της αναμενόμενης βλάβης για κάθε δίκτυο χωριστά».
Υψηλό βαθμό τρωτότητας, δηλαδή κίνδυνο να υποστούν μεγάλες ζημιές σε περίπτωση ισχυρού σεισμού, παρουσιάζουν μια σειρά από κτίρια στη Θεσσαλονίκη. Oι «κόκκινες» περιοχές, έτσι όπως καταγράφονται στη Μελέτη Τρωτότητας του εργαστηρίου Εδαφομηχανικής, Θεμελιώσεων και Γεωτεχνικής Σεισμικής Μηχανικής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ, είναι στο βορειοδυτικό τόξο του πολεοδομικού συγκροτήματος (Αμπελόκηποι, Σταυρούπολη, Πολίχνη), σε ένα τμήμα του κέντρου (κυρίως πάνω από την Εγνατία), αλλά και στην ανατολική πλευρά (Πυλαία). Στο μικροσκόπιο των επιστημόνων που πραγματοποιούν τη μελέτη, με επικεφαλής τον καθηγητή Κυριαζή Πιτιλάκη, μπήκαν κτίρια, δίκτυα οργανισμών κοινής ωφέλειας (ύδρευσης, αποχέτευσης, φυσικού αερίου, τηλεπικοινωνιών και ηλεκτρικής ενέργειας) και το συγκοινωνιακό δίκτυο.
«Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι πρόκειται για ένα τιτάνιο έργο. Η Θεσσαλονίκη βρίσκεται σήμερα στην πρωτοπορία παγκοσμίως σε ό,τι αφορά τη γνώση του τρόπου με τον οποίο θα αποκριθούν το έδαφός της και οι πάσης φύσεως κατασκευές της σε μελλοντικούς σεισμούς. Βρίσκεται επίσης στην πρωτοπορία σε ό,τι αφορά τη σχετική τεχνογνωσία και το εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό», σημειώνει ο επικεφαλής της έρευνας, καθηγητής Κυριαζής Πιτιλάκης.
Τα κτίρια
«Τα δημόσια κτίρια που ελέγχθηκαν είναι αυτά που συμμετέχουν στη διαχείριση της σεισμικής κρίσης (π.χ. νομαρχία, υπουργείο Μακεδονίας - Θράκης, δημαρχεία, πολεοδομικά γραφεία, αστυνομικοί σταθμοί, νοσοκομειακά συγκροτήματα κ.λπ.). Με βάση τα αποτελέσματα της Μικροζωνικής Μελέτης και την τυπολογία των κτιρίων, βαθμονομήθηκε η τρωτότητά τους για τα διάφορα σεισμικά σενάρια. Oρισμένα από τα κτίρια παρουσιάζουν πράγματι υψηλό βαθμό τρωτότητας, η αλλιώς υψηλό κίνδυνο να παρουσιάσουν μεγάλες ζημιές σε ένα πιθανό σεισμικό σενάριο», επισημαίνει ο καθηγητής κι επικεφαλής του εργαστηρίου που πραγματοποίησε την έρευνα, Κυριαζής Πιτιλάκης, και προσθέτει: «Βρισκόμαστε στην τελική φάση αξιολόγησης. Κάντε λίγη υπομονή και πολύ σύντομα οι πολίτες της Θεσσαλονίκης κι όλοι οι ενδιαφερόμενοι θα γνωρίζουν με λεπτομέρεια ποια δημόσια κτίρια κινδυνεύουν περισσότερο».
Στο αγωνιώδες ερώτημα για το πώς θα συμπεριφερθούν τα καταπονημένα από το σεισμό του 1978 κτίρια ο κ. Πιτιλάκης απαντά: «Για όσα κτίρια είχαν χαρακτηριστεί �κίτρινα� ή �κόκκινα� έγιναν διάφορες στερεωτικές κι ενισχυτικές επεμβάσεις. Το πόσο πετυχημένες ήταν οι επεμβάσεις αυτές είναι ένα σύνθετο και δύσκολο θέμα. Ακόμη δυσκολότερη είναι η απάντηση στο κατά πόσο τα κτίρια αυτά διαθέτουν σήμερα, 30 χρόνια μετά το σεισμό, ικανή αντοχή να αντεπεξέλθουν σε ένα νέο, πιθανότατα ισχυρότερης έντασης. Εμείς, από τη μεριά μας, κάνουμε κάποιες λογικές εκτιμήσεις της διαθέσιμης αντοχής κι επιπλέον διαμορφώνουμε διάφορα σενάρια της αναμενόμενης βελτίωσης της συμπεριφοράς, αν σήμερα γίνουν κάποιες νέες επεμβάσεις στο φέροντα οργανισμό σύμφωνα με το νέο αντισεισμικό κανονισμό (ΕΑΚ). Η αποτελεσματικότητα και το κόστος των επεμβάσεων αυτών μπορούν να συνεκτιμηθούν από την Πολιτεία και τους ιδιώτες προκειμένου να αναληφθούν οι ανάλογες προσεισμικές δράσεις. Σημειωτέον ότι το άμεσο και έμμεσο οικονομικό κόστος, δηλαδή το κόστος επισκευής και το κόστος απώλειας της χρηστικότητας για ένα χρονικό διάστημα, είναι σε κάθε περίπτωση υψηλό».
Ερευνα και σενάρια
Το ερευνητικό πρόγραμμα στο οποίο στηρίζεται η Μελέτη Τρωτότητας του εργαστηρίου Εδαφομηχανικής, Θεμελιώσεων και Γεωτεχνικής Σεισμικής Μηχανικής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ, χρηματοδοτείται από τη Γενική Γραμματεία Ερευνας και Τεχνολογίας του υπουργείου Ανάπτυξης στο πλαίσιο του προγράμματος ΕΠΑΝ.
Η εκτίμηση των αναμενόμενων βλαβών και απωλειών έγινε για τρία σεισμικά σενάρια, δηλαδή για ένα σχετικά μικρό σεισμό με μέση περίοδο επανάληψης 50 χρόνων, για ένα σεισμό με περίοδο επανάληψης 500 χρόνων, που είναι το βασικό σενάριο κι επιβάλλεται από τον αντισεισμικό κανονισμό, και ένα ακραίο σενάριο ενός πολύ ισχυρού σεισμού με περίοδο επανάληψης 1.000 χρόνων. Για τα σεισμικά αυτά σενάρια εκπονήθηκε μια ολοκληρωμένη Μικροζωνική Μελέτη για ολόκληρο το πολεοδομικό συγκρότημα. Βάση για την υλοποίηση της Μικροζωνικής Μελέτης αποτέλεσε η εκπόνηση του γεωτεχνικού χάρτη της πόλης, που έχει πολλαπλή χρησιμότητα για την ανάπτυξή της πέρα από τα όρια της συγκεκριμένης έρευνας και μεγάλη χρησιμότητα στα μεγάλα έργα που προγραμματίζονται και κατασκευάζονται.
Στο πρόγραμμα συμμετέχουν από το Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών το Εργαστήριο Εδαφομηχανικής, Θεμελιώσεων και Γεωτεχνικής Σεισμικής Μηχανικής που έχει και το κύριο βάρος της μελέτης, καθώς και το γενικό συντονισμό, το Εργαστήριο Oπλισμένου Σκυροδέματος και Τοιχοποιίας με υπεύθυνο τον καθηγητή Κ. Στυλιανίδη και το Εργαστήριο Συγκοινωνιακής Τεχνικής με υπεύθυνη την καθηγήτρια Μ. Πιτσιάβα. Από το Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών συμμετέχει το Εργαστήριο Πολεοδομίας με υπεύθυνο τον καθηγητή Α. Αναστασιάδη, από το Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Ηλεκτρονικών Υπολογιστών το Εργαστήριο Τηλεπικοινωνιών με υπεύθυνο τον αναπληρωτή καθηγητή Θ. Ξένο και από το Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών το Εργαστήριο Μετάδοσης Θερμότητας με υπεύθυνο τον καθηγητή Ν. Μουσιόπουλο. Συμμετέχει ακόμη το Τμήμα Γεωλογίας με υπεύθυνο τον καθηγητή Σ. Παυλίδη, το ΙΤΣΑΚ και πολλοί εκπρόσωποι φορέων της πόλης (οργανισμοί κοινής ωφέλειας, δήμοι, το υπουργείο, η περιφέρεια, ιδιωτικές εταιρίες κ.ά.).
Σε κίνδυνο τα δίκτυα ΕΥΑΘ και φυσικού αερίου
Σε επίπεδο δικτύων βασικό στοιχείο και πρωτοτυπία της μεθόδου που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο της Μελέτης Τρωτότητας που διενεργεί το εργαστήριο Εδαφομηχανικής, Θεμελιώσεων και Γεωτεχνικής Σεισμικής Μηχανικής του Τμήματος Πολιτικών Μηχανικών του ΑΠΘ, είναι η ιεράρχηση της σπουδαιότητας των βλαβών και όχι μόνον η εκτίμηση του μεγέθους της έκτασης και της χωρικής τους κατανομής στο πολεοδομικό συγκρότημα της Θεσσαλονίκης.
Δηλαδή, οι αναμενόμενες βλάβες ιεραρχούνται ανάλογα με τη σοβαρότητά τους αλλά ταυτόχρονα και με τη σπουδαιότητα της περιοχής όπου έχουν συμβεί, όπως επίσης και τη λειτουργικότητα του συγκεκριμένου τμήματος του δικτύου. Για παράδειγμα, η αστοχία του κεντρικού αγωγού ύδρευσης που υδροδοτεί ένα μεγάλο νοσοκομείο είναι μεγαλύτερης σπουδαιότητας από την αντίστοιχη αστοχία σε μια περιοχή που είναι πολύ αραιοκατοικημένη και δεν υπάρχουν σημαντικές οικονομικές δραστηριότητες.
Τα δίκτυα και οι υποδομές που μελετήθηκαν είναι τα δίκτυα ύδρευσης, αποχέτευσης, φυσικού αερίου, τηλεπικοινωνιών και ηλεκτρικής ενέργειας. Στα δίκτυα αυτά εξετάζονται και οι αντίστοιχες κτιριακές ή άλλου τύπου κατασκευές τους (λόγου χάρη δεξαμενές). Είναι ακόμη το συγκοινωνιακό δίκτυο (οδικό και σιδηροδρομικό δίκτυο, λιμάνι και αεροδρόμιο), τα νοσοκομειακά συγκροτήματα και το δίκτυο πυρόσβεσης.
Για την εκτίμηση των βλαβών και των απωλειών χρησιμοποιήθηκε η πλέον σύγχρονη τεχνογνωσία και το σύνολο της προϋπάρχουσας γνώσης στη Θεσσαλονίκη. Oλο το πρόγραμμα αναπτύχθηκε σε περιβάλλον GIS (γεωγραφικού συστήματος πληροφοριών), με συνδυασμένες βάσεις πληροφοριών για πλήθος πληροφορίες που αφορούν τα δίκτυα, καθώς και αποτελέσματα μελετών.
Σε ό,τι αφορά τις περιοχές που θα έχουν τις μεγαλύτερες ζημιές σε περίπτωση σεισμού, ο καθηγητής της Πολυτεχνικής Σχολής επισημαίνει ότι οι ζημιές στα διάφορα δίκτυα και τις διάφορες υποδομές (π.χ. γέφυρες) δεν παρουσιάζονται όλες στις ίδιες περιοχές.
Oπως εξηγεί, «ανάλογα με το είδος και την τυπολογία του δικτύου και ανάλογα με τις σεισμικές παραμέτρους από τις οποίες εξαρτάται η τρωτότητά τους, οι ζημιές συγκεντρώνονται σε διαφορετικές περιοχές. Η μελέτη θα καταλήξει σε συγκροτημένους χάρτες που θα δίνουν αφενός μεν τα χαρακτηριστικά της χωρικής κατανομής της εδαφικής ταλάντωσης και της μόνιμης παραμόρφωσης (καθίζησης) του εδάφους, αφετέρου τη χωρική κατανομή και το μέγεθος της αναμενόμενης βλάβης για κάθε δίκτυο χωριστά».
No comments:
Post a Comment